Χρήστος Ζερβής
H εφηβεία αποτελεί την τελευταία, μεγάλη, καθοριστική, ψυχολογική καμπή που οδηγεί την παιδική σεξουαλικότητα στην ενήλικο οργάνωση. O Freud
γράφει το 1905 (Τρία δοκίμια για τη θεωρία της σεξουαλικότητας) ότι "Mε την αρχή της ήβης εμφανίζονται μεταμορφώσεις που θα οδηγήσουν την παιδική σεξουαλικότητα στη φυσιολογική τελική της μορφή" (σ. 109). Λίγες σελίδες πιο κάτω, στο ίδιο κείμενο, αναφερόμενος στη διαφοροποίηση των φύλων κατά την εφηβεία, ο Freud
σημειώνει: "Από τότε που έλαβα γνώση της θεωρίας της αμφισεξουαλικότητας, έδωσα αποφασιστική σημασία σε αυτόν τον παράγοντα και πιστεύω ότι δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε τις σεξουαλικές εκδηλώσεις του άνδρα και της γυναίκας χωρίς να τη λάβουμε υπόψη" (σ. 126).
Χρησιμοποιώ αυτήν την πρώτη φροϋδική αναφορά ως εισαγωγή στο θέμα της αμφισεξουαλικότητας ή, όπως θα δούμε στη συνέχεια, στο θέμα της αμφιφυλίας στην εφηβεία.
Η αμφισεξουαλικότητα ή αμφιφυλία αποτελεί, ένα πολύ λεπτό, δύσκολο και αμφισβητήσιμο θέμα, το οποίο αναφέρεται εύκολα με ένα γενικό τρόπο, αλλά προσεγγίζεται δύσκολα, θεωρητικά και κλινικά, με αναλυτικό τρόπο, από τους ψυχιάτρους, ψυχολόγους ή ψυχαναλυτές.
Όσον αφορά την ψυχανάλυση, είναι ενδεικτικό αυτής της δυσκολίας ότι ο Φρόυντ, πολλές φορές, κυρίως στην αλληλογραφία του, υποσχέθηκε την άμεση σύνταξη μιας εργασίας του επάνω στην αμφισεξουαλικότητα, κάτι το οποίο δεν έκανε ποτέ. Και στη συνέχεια του Freud
, παρά τη συχνή αναφορά του όρου σε κάποιες ψυχαναλυτικές εργασίες, συχνά ως μέσον προσέγγισης του θέματος της ομοφυλοφιλίας (Bergeret 2002, Phillips 2004), υπάρχουν περιορισμένες αναλυτικές προσεγγίσεις του θέματος της αμφισεξουαλικότητας, οι οποίες, μάλιστα, συχνά είναι προσανατολισμένες περισσότερο στη σχέση της με διαστάσεις όπως η δημιουργικότητα ή η ψυχοπαθολογίας (Ferraro 2001, 2003).
Η εφηβεία αποτελεί συχνά ένα πεδίο όπου το θέμα της αμφισεξουαλικότητας αναδύεται έκδηλα και αναφέρεται συχνά. Στη σημερινή παρουσίασή μου, μετά από κάποια σύντομα συμπληρωματικά θεωρητικά σχόλια, θα αναφερθώ, αφενός, στη μυθολογία και, αφετέρου, σε μια κλινική περίπτωση θεραπείας, προσπαθώντας να αναδείξω και να φωτίσω κάποια στοιχεία που αφορούν τη θέση και την ενδεχόμενη χρησιμότητα της εκδήλωσης της αμφισεξουαλικότητας στην εφηβεία.
Χρειάζεται, όμως, να ξαναγυρίσω σε κάποια σύντομα συμπληρωματικά θεωρητικά στοιχεία.
Είναι γνωστό ότι ο Freud
εισήγαγε την έννοια της αμφισεξουαλικότητας στην ψυχανάλυση υπό την επίδραση του φίλου του Wilhem Fliess, όπως φαίνεται στην αλληλογραφία τους (1887-1902), αν και ο όρος ήταν παρόν στον φιλοσοφικό και ψυχιατρικό λόγο του τέλους του 19ου αιώνα.
Η εν λόγω έννοια, όμως, παρέμεινε αρκετά ασαφής στον Φρόυντ, τόσον όσον αφορά το περιεχόμενό του (σεξουαλική ανατομία ή σεξουαλική ταυτότητα), όσο και όσον αφορά την προέλευση (οργανικότητα ή ταύτιση) της σεξουαλικής διάθεσης ή ταυτότητας στις οποίες παρέπεμπε. Η συγκεκριμένη δυσκολία διαπλέκεται και με την αδυναμία να οριστούν οι χαρακτήρες αρσενικό-θηλυκό. Πώς δηλαδή μπορεί να οριστεί η αμφισεξουαλικότητα αν δεν οριστεί τι είναι αρσενικό και τι είναι θηλυκό; Ο Φρόυντ, βέβαια, επιχείρησε να ταυτίσει το αρσενικό με το ενεργητικό και το θηλυκό με το παθητικό, αντιστοιχία που φαίνεται όμως να μη τον ικανοποίησε: "Εδώ, λοιπόν, είναι με πολύ ελαφρότητα που αντιστοιχούμε την ενεργητικότητα με το αρσενικό και την παθητικότητα με το θηλυκό" (1930, Malaise dans la civilisation, σ. 58).
Σε μια πρώτη φάση της φροϋδικής θεωρίας ο όρος αμφισεξουαλικότητα παραπέμπει σε βιολογική προδιάθεση, όπως και γενικότερα η έννοα της σεξουαλικότητας στον Φρόυντ.
Σε μια δεύτερη φάση μόνο ο Freud
συνέδεσε την αμφισεξουαλικότητα με την κατάληξη των οιδιποδείων ταυτίσεων, αν και με πολύ δισταγμό. Είναι ενδεικτικό της δυσκολίας του να τοποθετήσει την αμφισεξουαλικότητα σε ένα ψυχολογικό επίπεδο το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να τη συνδέσει με τη θεωρία των ενορμήσεων. Έτσι, γράφει το 1930: "Η θεωρία της αμφισεξουαλικότητας παραμένει ακόμη πολύ σκοτεινή και πρέπει στην ψυχανάλυση να θεωρήσουμε σαν μεγάλο κενό την αδυναμία να τη συνδέσουμε με τη θεωρία των ενορμήσεων" (Ibid.)
Ο Robert Jesse Stoller αποτελεί μια μεγάλη αναφορά σχετικά με το θέμα, αφού, αρκετά αργότερα, ασχολήθηκε ιδιαιτέρως με το θέμα της σεξουαλικότητας, εισάγοντας τη διάκριση ανάμεσα στη σεξουαλικότητα (sexuality), που συνδέεται με την ανατομία και τη βιολογία του σώματος, και το φύλο (gender), που σχετίζεται με τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά που καθορίζουν το φύλο.
Όσον αφορά μάλιστα το τελευταίο, το φύλο, αναγνωρίζει σε αυτό δύο συνιστώσες. Η πρώτη ονομάζεται από αυτόν πυρήνας ταυτότητας φύλου (core gender identity) και σχηματίζεται στο τέλος των τριών πρώτων χρόνων της ζωής (αρσενικός ή θηλυκός), ενώ η δεύτερη ονομάζεται ταυτότητα φύλου (gender identity) και εξελίσσεται καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής (αν είναι κάποιος ανδροπρεπής ή θηλυπρεπής).
Στο πλαίσιο αυτής της λογικής, διάκρισης του σεξουαλικού από το φύλο, ο Robert Jesse Stoller (1973) διακρίνει την αμφισεξουαλικότητα (bisexuality), η οποία σχετίζεται, σύμφωνα με αυτόν, με την ανατομία και τη βιολογία του σώματος, από την αμφιφυλία (bigenderality), η οποία αφορά την ψυχολογική ταυτότητα φύλου.
Η μυθολογία παρέχει την αναπαράσταση ενός αμφίφυλου εφήβου, που είναι αντικείμενο σεξουαλικής επιθυμίας τόσο για τον άνδρα όσο και για τη γυναίκα. Ο Δίας ερωτεύθηκε το έφηβο Γανυμήδη και τον απήγαγε αφού μεταμορφώθηκε σε αετό. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, όσον αφορά τη σύνδεση της εφηβείας με την αμφισεξουαλικότητα, που η Ήβη, η θηλυκή εικόνα της αιώνιας νεότητας, ονομαζόταν και Γανυμήδα. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι η Ήβη έλαβε και αυτό το όνομα επειδή είχε εκτελέσει, στον Όλυμπο, τα ίδια καθήκοντα με αυτά του Γανυμήδη, δηλαδή αυτά του οινοχόου. Η Ήβη είναι κόρη του Δία και της Ήρας, κατ’άλλους όμως σχολιαστές μόνο της Ήρας, σε αντίποινα της γέννησης της Αθηνάς μόνο από τον Δία. Σε κάποιες αναπαραστάσεις η Ήβη στέκεται όρθια πίσω από την καθισμένη Ήρα, σαν φυσική, νεανική προέκτασή της. Με σύγχρονους όρους, η Ήβη είναι ένα είδος κλώνου της Ήρας, με την έννοια ότι για τη γέννηση της Ήβης δεν παρενέβη άνδρας.
Ο μύθος λέει ότι η Ήβη εκδιώχθηκε από τον Δία από τη θέση του οινοχόου γιατί, κατά τη διάρκεια μιας περιόδου απουσίας του Δία, σε κάποια αδέξια κίνησή της, απεκάλυψε τα σεξουαλικά της όργανα, κάτι το οποίο θεωρήθηκε από τους θεούς του Ολύμπου ως ιδιαιτέρως σκανδαλιστικό.
Μπορούμε να πούμε ότι η εν λόγω μυθική πλοκή αποτυπώνει, με διάφορες συμβολικές μεταθέσεις, όλα τα στοιχεία τα οποία συνθέτουν την προβληματική φύλου-σεξουαλικής ταυτότητας της εφηβείας.
Ένα βασικό ερωτηματικό αφορά την αντικατάσταση, στον Όλυμπο, της εφήβου Ήβης από τον έφηβο Γανυμήδη, ο οποίος μάλιστα φθάνει να έχει ερωτικές σχέσεις με τον Δία. Με απλά λόγια, γιατί ένα, όπως περιγράφεται, πανέμορφο κορίτσι δεν γίνεται δεκτό όσον αφορά τη γυναικεία σεξουαλικότητά του και αντικαθίσταται από έναν έφηβο με αμφισεξουαλικά χαρακτηριστικά;
Πριν να οδηγηθούμε σε κάποιες θεωρητικές υποθέσεις, θα μπορούσα να παρουσιάσω κάποια στοιχεία ενός κλινικού περιστατικού εφήβου, το οποίο θα μπορούσε να μας βοηθήσει. Να μας βοηθήσει να αποκωδικοποιήσουμε τον μύθο; Ή η δομή του μύθου, η οποία εξ ορισμού μεταφέρει δομικές αλήθειες, συχνά μεταμφιεσμένες, για τον ψυχισμό του ανθρώπου, θα μπορούσε να μας βοηθήσει να καταλάβουμε το κλινικό περιστατικό; Προφανώς και τα δύο.
Η Δήμητρα είναι ένα κορίτσι 15 ετών όταν, ωθούμενη από τη μητέρα της, απευθύνεται στο Τμήμα Ψυχιατρικής Εφήβων του Γ.Ν.Α. Γ. Γεννηματάς, ζητώντας ψυχολογική βοήθεια.
Η μητέρα της είναι ανώτερος κρατικός λειτουργός, ο πατέρας έχει πεθάνει από καρκίνο όταν η Δήμητρα ήταν 9 ετών. Αυτός ο πατέρας φαίνεται ότι υπέφερε επίσης από σοβαρές ψυχολογικές δυσκολίες του τύπου της κατάθλιψης ή και της ψύχωσης. Η κάποια ασάφεια γύρω από αυτό το θέμα σχετίζεται και με το γεγονός ότι αυτός ο πατέρας είναι αρκετά απών στο λόγο της Δήμητρας. Στο λόγο της μητέρας της, ο πατέρας της Δήμητρας είναι επίσης πολύ συχνά απών και κάποιες σπάνιες φορές παρών, όμως παρών με πολύ αρνητικό τρόπο ή με βαθιά ενοχοποιητικό για τη Δήμητρα τρόπο. Έτσι, η μητέρα της Δήμητρας αναφέρεται στον αποθανόντα σύζυγό της για να τον υποτιμήσει και να τον οικτίρει για τον τρόπο που πέρασε τη ζωή του, αλλά και για τις αρρώστιές του, κάποιες φορές δε, όταν είναι σε σύγκρουση με τη Δήμητρα, για να αποδώσει τον χαρακτήρα της Δήμητρας σε μια ενδεχόμενη κληρονομικότητα από την πλευρά του πατέρα της.
Η Δήμητρα, εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο είναι αποσυρμένη στο σπίτι, ασχολούμενη με τα "ζωάκια" της, όπως λέει, δηλαδή τρεις γάτες και ένα σκύλο, όλα θηλυκού γένους.
Έχει σταματήσει να πηγαίνει στο σχολείο έπειτα από μια προοδευτική αύξηση των απουσιών της, κάτι το οποίο συνδεόταν με τη δυσκολία της να συγκεντρωθεί στα μαθήματα και, κυρίως, με την προοδευτική επιδείνωση των σχέσεών της με τους συμμαθητές της και τους καθηγητές της, κάτι που οδήγησε στην απομόνωσή της. Επάνω σε αυτό το σημείο, θεωρεί ότι οι πρώην φίλοι της και, κυρίως, οι πρώην φίλες της τής φέρονταν επιθετικά και την απέκλεισαν από σχέσεις που ανέπτυξαν μεταξύ τους και χωρίς αυτήν.
Αποφασίζεται να αρχίσει μαζί μου ψυχαναλυτική θεραπεία, συχνότητας μιας φοράς την εβδομάδα.
Η μητέρα της, αρκετά αμφιθυμική απέναντι στη βοήθειά μας, απαιτούσε παρ’όλα αυτά, περιοδικά, επιτακτικά αυτή τη βοήθεια, ζητώντας συναντήσεις, σε φάσεις κρίσης με την κόρη της, ενώ κρατούσε μια μάλλον περιφρονητική απόσταση απέναντί μας, σε πιο ήσυχες περιόδους.
Πρόκειται για μια αρκετά αυταρχική γυναίκα που δείχνει πολύ λίγα συναισθήματα, φαίνεται να κρατά μια συναισθηματική απόσταση απέναντι στην κόρη της, θεωρώντας, όπως ήδη είπα, ότι μοιάζει στον αποθανόντα σύζυγό της και ιδιαιτέρως στη μητέρα του. Η εμφάνισή της και η συμπεριφορά της χωρίς να στερούνται γυναικείων χαρακτηριστικών περιλαμβάνουν και ανδροπρεπή χαρακτηριστικά, σε μια ιδιόμορφη μίξη. Η επαφή μαζί της, που μας την επιβάλλει περιοδικά, ζητώντας έκτακτες συναντήσεις για να καταγγείλει τη συμπεριφορά της κόρης της, μου δίνει την αίσθηση ανταγωνισμού και επιθυμίας ελέγχου εκ μέρους της, στην αρχή της θεραπείας της κόρης της, και με παραπέμπει φαντασιακά, όσον αφορά αυτή τη μητέρα, σε μια ανδρογυνική μορφή, η οποία, μέχρι τότε, έχει αρνηθεί την ανάγκη ανδρός και η οποία έχει αναπτύξει ανδροπρεπή χαρακτηριστικά για να καλύψει το κενό, χωρίς όμως αυτά τα χαρακτηριστικά να παραπέμπουν στο μυαλό της σε κάποιες συγκεκριμένες εγγραφές ανδρικών προτύπων, τα οποία, προφανώς, έτεινε να διαγράψει.
Πιστεύει ότι η κόρη της είναι θρασύς και χειριστική και αντιμετωπίζει τις απαιτήσεις και τα παράπονα της Δήμητρας με παροχές χρηματικού τύπου, σχήμα συνδιαλλαγής που έχει αποδεχθεί η Δήμητρα αν και προοδευτικά, στην ψυχοθεραπεία, θα αναγνωρίσει ότι χρειάζεται όχι μόνο ακριβά ψώνια αλλά και συναισθήματα..
Είναι μόνο πολύ προοδευτικά που αισθάνομαι ότι η μητέρα της Δήμητρας μου αναγνωρίζει κάποιο χώρο στη ζωή και τη σκέψη της κόρης της. Ταυτοχρόνως, θα επιχειρήσει να την πλησιάσει συναισθηματικά αναγνωρίζοντας ότι είναι φυσικό να υπάρχει συναισθηματική σχέση ανάμεσα σε μια μητέρα και σε μια κόρη.
Η Δήμητρα έρχεται αρχικά στη θεραπεία με πολλή αμφιθυμία, χάνοντας πολλές συνεδρίες σε μια πρώτη περίοδο, όντας πολύ πιο τακτική στη συνέχεια.
Μιλά για άγχος αλλά και για ευχαρίστηση να είναι μόνη της με τα ζώα της. Αργότερα θα μιλήσει για μια δυσκολία της να τοποθετηθεί στον χώρο και το χρόνο, για μια αίσθηση αποπροσωποποίησης και αποξένωσης από αυτό που την περιβάλλει.
Αρχικά, δεν εξωτερικεύει προσδοκίες απέναντι στην ψυχοθεραπεία, δεν εκδηλώνει συναισθήματα απέναντι στον θεραπευτή. Μου μιλά με "τεχνικούς", περιγραφικούς όρους για τον εαυτό της και το βίωμά της, αισθάνομαι ότι θέλει να με κρατήσει μακριά της. Προοδευτικά μόνο θα δείξει ότι η ψυχοθεραπεία της έχει κάποιαν αξία για αυτήν και ότι εγώ, ως θεραπευτής μπορώ να κάνω κάτι για αυτήν.Σε αυτή τη φάση αισθάνομαι αντιμεταβιβαστικά ότι μου μιλά σαν να εκμυστηρεύεται σε μια φίλη της ορισμένα πιο προσωπικά θέματα, με άλλα λόγια, σαν να αναζητούσε ένα γυναικείο κομμάτι μέσα μου.
Παραλλήλως, στη ζωή της φαίνεται να ανοίγεται δειλά στον έξω κόσμο, σε κάποιες δραστηριότητες και κάποιες σχέσεις,.
Περίπου ένα χρόνο μετά την έναρξη της θεραπείας και ενώ δείχνει στενοχωρημένη, μου ομολογεί με δυσκολία ότι έχει ξεκινήσει να πειραματίζεται σε μια σχέση ομοφυλόφιλου τύπου, με μια κοπέλα που γνώρισε μέσω Internet. Δηλώνει ότι μόνο μια κοπέλα μπορεί να την καταλάβει γιατί μπορεί να νοιώσει όπως αυτή. Όταν της ερμηνεύω ότι ίσως θέλει να μου πει ότι δεν έχουμε κοινά σημεία για να την καταλάβω μένει σιωπηλή. Στην επόμενη όμως συνεδρία μου διηγείται ότι είδε ένα όνειρο όπου συναντούσε τον πατέρα της αλλά δεν μπορούσε να διακρίνει τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Συσχετίζω την εικόνα με το άγνωστο που αντιπροσωπεύω εγώ για αυτήν όπως και ο άνδρας γενικότερα, αν και αυτός ο άνδρας είναι κοντινός της, από συγγένεια ή σχέση, ένας "πατέρας" στο όνειρο, κάτι που φαίνεται να την οδηγεί σε σκέψεις.
Στη συνέχεια, θα αρχίσει να συχνάζει αγόρια και θα συνάψει μια πρώτη και στη συνέχεια μια δεύτερη ερωτική σχέση. Στην εμφάνισή της θα τονίσει τη θηλυκότητά της όλο και περισσότερο.
Πρόκειται, αναγκαστικά, για λίγα, αποσπασματικά και εστιασμένα στοιχεία επάνω στην εν λόγω θεραπεία. Μπορούν όμως να μας επιτρέψουν κάποιες σκέψεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η μεταβιβαστική-αντιμεταβιβαστική σχέση, στο πλαίσιο της θεραπείας της εφήβου, παρέχει την ευκαιρία αναβίωσης της αμφισεξουαλικής διάστασης της εφήβου και των αμυνών που αναπτύσσονται γύρω από αυτήν, και οι οποίες σχετίζονται με τραυματικά συμβάντα που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της ζωής της. Τα τελευταία νομίζω ότι αφορούν την παθολογία του πατέρα της και την απώλειά του όπως, όμως, και την αδυναμία της μητέρας της να σταθεί μητρικά απέναντί της.
Στο πλαίσιο της μεταβίβασης, όπως ίσως έχει ήδη φανεί από τα στοιχεία που έδωσα, στην αρχή προσπάθησε να μείνει αμυντικά σε απόσταση απέναντί μου, παρότι ένα κομμάτι του εαυτού της αναζητούσε απεγνωσμένα συναισθηματική επαφή. Στη συνέχεια ενεργοποιήθηκε η αμφισεξουαλικότητα τόσο σε ματαβιβαστικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο σχέσεων. Στο πλαίσιο της μεταβίβασης, αναζήτησε αρχικά ένα γυναικείο κομμάτι , σε αντιστοιχία με γυναικεία μορφοείδωλα που διέθετε σε κάποιο βαθμό μέσα της. Τέλος, αναζήτησε ένα ανδρικό-πατρικό κομμάτι σε μένα, σε αντιστοιχία με σχετικά ακατασκεύαστα ή αρνημένα ανδρικά μορφοείδωλα. Η τελευταία διεργασία νομίζω ότι ήταν η πιο δύσκολη γιατί, επαναλαμβάνω, τα ανδρικά μορφοείδωλα μέσα της ή ήταν ελλιπή ή ήταν απαγορευμένα. Πιστεύω ότι η ανακατασκευή ή η ενεργοποίηση τέτοιου είδους ανδρικών μορφοειδώλων της επέτρεψε την πρόσβαση στην ετερόφυλη σεξουαλικότητα. Εδώ το φύλο του ψυχαναλυτή φαίνεται να παίζει και κάποιο ρόλο, όπως υποδεικνύουν και κάποιες εργασίες που υπάρχουν επάνω σε αυτό το θέμα (Molfino, 1993).
Επανέρχομαι στη μυθολογία για να επιχειρήσω και την καλύτερη κατανόηση της κλινικής περίπτωσης της Δήμητρας.
Η Ήβη φαίνεται να αντιπροσωπεύει ένα εφηβικό γυναικείο πρότυπο το οποίο έχει μόνο ιδιόμορφες γυναικείες αναφορές, αυτές της Ήρας, ιδιόμορφες με την έννοια της άρνησης της ανδρικής συμβολής και της ανάγκης αυτής της συμβολής. Είναι, πιο απλά, σαν η Ήρα να ήθελε να αποδείξει ότι δεν χρειάζεται τον άνδρα Δία και ότι μπορεί να αντικαταστήσει τη συμβολή του με μια πλευρά του εαυτού της. Αποτέλεσμα αυτού όμως είναι ότι στις ταυτίσεις της Ήβης απουσιάζει το διαφοροποιημένο ανδρικό μορφοείδωλο, έχοντας μέσα της ένα μικτό μορφοείδωλο ανδρογύνου.
Η απουσία όμως του άνδρα Δία στη γέννησή της όπως και στην εκδήλωση των γυναικείων σωματικών χαρακτηριστικών της (ο Δίας έλειπε όταν η Ήβη αδέξια απεκάλυψε τα κρυφά μέρη του σώματός της) εξόργισε τον άνδρα Δία ο οποίος την απέκλεισε, αφού αισθάνθηκε ότι τον είχε αποκλείσει μέσα της. Είναι σαν η απουσία, στην έφηβο, μορφοειδώλων με ανδρικά χαρακτηριστικά, με άλλα λόγια αμφισεξουαλικότητας, να εμποδίζει την πρόσβαση στην ερωτική σχέση με το άλλο φύλο, αφού καθιστά την έφηβο απλά σκανδαλιστική για το άλλο φύλο, χωρίς γέφυρα επικοινωνίας με αυτό το άλλο φύλο. Επάνω σε αυτό το σημείο μπορεί να προστεθεί ότι για τη συμβολική δομή του μύθου αλλά και για τη συμβολική δομή της δυτικής σκέψης, στο παιδί που γίνεται έφηβος, η απότομη ενεργοποίηση της σεξουαλικής ταυτότητας μπορεί να κινητοποιήσει την απώθηση και να καταστήσει αυτή τη σεξουαλική ταυτότητα του εφήβου "σκανδαλιστική".Με αυτήν την έννοια, η αμφισεξουαλικότητα έχει και την αξία ενός καλύμματος, το οποίο επιτρέπει στη σεξουαλικότητα που αντιστοιχεί στο φύλο να υπάρξει, ενώ την κρύβει ταυτόχρονα και ενώ επιτρέπει την ύπαρξη μιας γέφυρας, κοινών σημείων ταυτότητας με το άλλο φύλο.
Έτσι, στο πλαίσιο αυτής της λογικής, η αμφισεξουαλικότητα του Γανυμήδη φαίνεται ότι προσέφερε το πλεονέκτημα ενός, μη σκανδαλιστικό, εφηβικού ανδρικού σώματος για ένα ανδρικό βλέμμα, ενώ, ταυτοχρόνως, παρείχε και ένα γυναικείο στοιχείο που επιτρέπει σε αυτό το ανδρικό βλέμμα να αναζητήσει σε αυτόν την ικανοποίηση της επιθυμίας.
Ολοκληρώνοντας, μπορώ να συνοψίσω λέγοντας ότι η εκδήλωση, σε κάποιο λιγότερο ή περισσότερο λανθάνοντα βαθμό της αμφισεξουαλικότητας στην αρχή της εφηβείας δεν είναι μια ανεπιθύμητη παρέκκλιση αλλά μια αναγκαία διάσταση για να διευκολυνθεί η επαφή με το άλλο φύλο και να εξελιχθεί η ετερόφυλη σεξουαλικότητα.
Στο πλαίσιο αυτής της προοπτικής, και με βάση την ψυχαναλυτική κλινική, το τέλος της θεραπείας μπορεί να συμπέσει με την εκδήλωση της αμφισεξουαλικότητας και, στη συνέχεια, με τη "λύση" της, μέσα από την απώθηση ή το διχασμό ενός εκ των πόλων της.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bergeret, J. (2002). Homosexuality or homoeroticism? ‘Narcissistic eroticism’. Int. J. Psychoanal., 83 (pt26), 351-62
Ferraro, F. (2001). Vicissitudes of bisexuality. Crucial points and clinical implications. Int. J. Psychoanal., 82 (p t3), 485-99.
Ferraro, F. (2003). Psychic bisexuality and creativity. Int. J. Psychoanal., 84 (pt 6), 1451-67.
Freud, S. (1887-1902). La naissance de la psychanalyse. Paris : P.U.F., 1979.
Freud, S. (1905). Trois essais sur la théorie de la sexualité. Paris : Gallimard, 1991.
Freud, S. (1930). Malaise dans la civilisation. Paris : P.U.F., 1986.
Molfino, F. (1993). Neutrality, bisexuality and androgyny. Psyche(Stuttg), 47(6), 560-73.
Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "Ηλίου". Αθήνα : Έκδοσις της Εγκυκλοπαιδικής Επιθεωρήσεως "Ήλιος".
Όμηρος. Ιλιάς. Αθήνα: Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος και Loeb.
Παυσανίας. Ελλάδος Περιήγησις, Αθήνα: Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος και Εκδοτική Αθηνών.
Stoller, R.J. (1973). Faits et hypothèses: un examen du concept freudien de bisexualité. Nouvelle Revue de psychanalyse, 4, 135-155.
Phillips, S.H. (2003). Homosexuality: coming out of the confusion. Int. J. Psychoanal., 84 (pt 6), 1431-50.
H εφηβεία αποτελεί την τελευταία, μεγάλη, καθοριστική, ψυχολογική καμπή που οδηγεί την παιδική σεξουαλικότητα στην ενήλικο οργάνωση. O Freud
γράφει το 1905 (Τρία δοκίμια για τη θεωρία της σεξουαλικότητας) ότι "Mε την αρχή της ήβης εμφανίζονται μεταμορφώσεις που θα οδηγήσουν την παιδική σεξουαλικότητα στη φυσιολογική τελική της μορφή" (σ. 109). Λίγες σελίδες πιο κάτω, στο ίδιο κείμενο, αναφερόμενος στη διαφοροποίηση των φύλων κατά την εφηβεία, ο Freud
σημειώνει: "Από τότε που έλαβα γνώση της θεωρίας της αμφισεξουαλικότητας, έδωσα αποφασιστική σημασία σε αυτόν τον παράγοντα και πιστεύω ότι δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε τις σεξουαλικές εκδηλώσεις του άνδρα και της γυναίκας χωρίς να τη λάβουμε υπόψη" (σ. 126).
Χρησιμοποιώ αυτήν την πρώτη φροϋδική αναφορά ως εισαγωγή στο θέμα της αμφισεξουαλικότητας ή, όπως θα δούμε στη συνέχεια, στο θέμα της αμφιφυλίας στην εφηβεία.
Η αμφισεξουαλικότητα ή αμφιφυλία αποτελεί, ένα πολύ λεπτό, δύσκολο και αμφισβητήσιμο θέμα, το οποίο αναφέρεται εύκολα με ένα γενικό τρόπο, αλλά προσεγγίζεται δύσκολα, θεωρητικά και κλινικά, με αναλυτικό τρόπο, από τους ψυχιάτρους, ψυχολόγους ή ψυχαναλυτές.
Όσον αφορά την ψυχανάλυση, είναι ενδεικτικό αυτής της δυσκολίας ότι ο Φρόυντ, πολλές φορές, κυρίως στην αλληλογραφία του, υποσχέθηκε την άμεση σύνταξη μιας εργασίας του επάνω στην αμφισεξουαλικότητα, κάτι το οποίο δεν έκανε ποτέ. Και στη συνέχεια του Freud
, παρά τη συχνή αναφορά του όρου σε κάποιες ψυχαναλυτικές εργασίες, συχνά ως μέσον προσέγγισης του θέματος της ομοφυλοφιλίας (Bergeret 2002, Phillips 2004), υπάρχουν περιορισμένες αναλυτικές προσεγγίσεις του θέματος της αμφισεξουαλικότητας, οι οποίες, μάλιστα, συχνά είναι προσανατολισμένες περισσότερο στη σχέση της με διαστάσεις όπως η δημιουργικότητα ή η ψυχοπαθολογίας (Ferraro 2001, 2003).
Η εφηβεία αποτελεί συχνά ένα πεδίο όπου το θέμα της αμφισεξουαλικότητας αναδύεται έκδηλα και αναφέρεται συχνά. Στη σημερινή παρουσίασή μου, μετά από κάποια σύντομα συμπληρωματικά θεωρητικά σχόλια, θα αναφερθώ, αφενός, στη μυθολογία και, αφετέρου, σε μια κλινική περίπτωση θεραπείας, προσπαθώντας να αναδείξω και να φωτίσω κάποια στοιχεία που αφορούν τη θέση και την ενδεχόμενη χρησιμότητα της εκδήλωσης της αμφισεξουαλικότητας στην εφηβεία.
Χρειάζεται, όμως, να ξαναγυρίσω σε κάποια σύντομα συμπληρωματικά θεωρητικά στοιχεία.
Είναι γνωστό ότι ο Freud
εισήγαγε την έννοια της αμφισεξουαλικότητας στην ψυχανάλυση υπό την επίδραση του φίλου του Wilhem Fliess, όπως φαίνεται στην αλληλογραφία τους (1887-1902), αν και ο όρος ήταν παρόν στον φιλοσοφικό και ψυχιατρικό λόγο του τέλους του 19ου αιώνα.
Η εν λόγω έννοια, όμως, παρέμεινε αρκετά ασαφής στον Φρόυντ, τόσον όσον αφορά το περιεχόμενό του (σεξουαλική ανατομία ή σεξουαλική ταυτότητα), όσο και όσον αφορά την προέλευση (οργανικότητα ή ταύτιση) της σεξουαλικής διάθεσης ή ταυτότητας στις οποίες παρέπεμπε. Η συγκεκριμένη δυσκολία διαπλέκεται και με την αδυναμία να οριστούν οι χαρακτήρες αρσενικό-θηλυκό. Πώς δηλαδή μπορεί να οριστεί η αμφισεξουαλικότητα αν δεν οριστεί τι είναι αρσενικό και τι είναι θηλυκό; Ο Φρόυντ, βέβαια, επιχείρησε να ταυτίσει το αρσενικό με το ενεργητικό και το θηλυκό με το παθητικό, αντιστοιχία που φαίνεται όμως να μη τον ικανοποίησε: "Εδώ, λοιπόν, είναι με πολύ ελαφρότητα που αντιστοιχούμε την ενεργητικότητα με το αρσενικό και την παθητικότητα με το θηλυκό" (1930, Malaise dans la civilisation, σ. 58).
Σε μια πρώτη φάση της φροϋδικής θεωρίας ο όρος αμφισεξουαλικότητα παραπέμπει σε βιολογική προδιάθεση, όπως και γενικότερα η έννοα της σεξουαλικότητας στον Φρόυντ.
Σε μια δεύτερη φάση μόνο ο Freud
συνέδεσε την αμφισεξουαλικότητα με την κατάληξη των οιδιποδείων ταυτίσεων, αν και με πολύ δισταγμό. Είναι ενδεικτικό της δυσκολίας του να τοποθετήσει την αμφισεξουαλικότητα σε ένα ψυχολογικό επίπεδο το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να τη συνδέσει με τη θεωρία των ενορμήσεων. Έτσι, γράφει το 1930: "Η θεωρία της αμφισεξουαλικότητας παραμένει ακόμη πολύ σκοτεινή και πρέπει στην ψυχανάλυση να θεωρήσουμε σαν μεγάλο κενό την αδυναμία να τη συνδέσουμε με τη θεωρία των ενορμήσεων" (Ibid.)
Ο Robert Jesse Stoller αποτελεί μια μεγάλη αναφορά σχετικά με το θέμα, αφού, αρκετά αργότερα, ασχολήθηκε ιδιαιτέρως με το θέμα της σεξουαλικότητας, εισάγοντας τη διάκριση ανάμεσα στη σεξουαλικότητα (sexuality), που συνδέεται με την ανατομία και τη βιολογία του σώματος, και το φύλο (gender), που σχετίζεται με τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά που καθορίζουν το φύλο.
Όσον αφορά μάλιστα το τελευταίο, το φύλο, αναγνωρίζει σε αυτό δύο συνιστώσες. Η πρώτη ονομάζεται από αυτόν πυρήνας ταυτότητας φύλου (core gender identity) και σχηματίζεται στο τέλος των τριών πρώτων χρόνων της ζωής (αρσενικός ή θηλυκός), ενώ η δεύτερη ονομάζεται ταυτότητα φύλου (gender identity) και εξελίσσεται καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής (αν είναι κάποιος ανδροπρεπής ή θηλυπρεπής).
Στο πλαίσιο αυτής της λογικής, διάκρισης του σεξουαλικού από το φύλο, ο Robert Jesse Stoller (1973) διακρίνει την αμφισεξουαλικότητα (bisexuality), η οποία σχετίζεται, σύμφωνα με αυτόν, με την ανατομία και τη βιολογία του σώματος, από την αμφιφυλία (bigenderality), η οποία αφορά την ψυχολογική ταυτότητα φύλου.
Η μυθολογία παρέχει την αναπαράσταση ενός αμφίφυλου εφήβου, που είναι αντικείμενο σεξουαλικής επιθυμίας τόσο για τον άνδρα όσο και για τη γυναίκα. Ο Δίας ερωτεύθηκε το έφηβο Γανυμήδη και τον απήγαγε αφού μεταμορφώθηκε σε αετό. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, όσον αφορά τη σύνδεση της εφηβείας με την αμφισεξουαλικότητα, που η Ήβη, η θηλυκή εικόνα της αιώνιας νεότητας, ονομαζόταν και Γανυμήδα. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι η Ήβη έλαβε και αυτό το όνομα επειδή είχε εκτελέσει, στον Όλυμπο, τα ίδια καθήκοντα με αυτά του Γανυμήδη, δηλαδή αυτά του οινοχόου. Η Ήβη είναι κόρη του Δία και της Ήρας, κατ’άλλους όμως σχολιαστές μόνο της Ήρας, σε αντίποινα της γέννησης της Αθηνάς μόνο από τον Δία. Σε κάποιες αναπαραστάσεις η Ήβη στέκεται όρθια πίσω από την καθισμένη Ήρα, σαν φυσική, νεανική προέκτασή της. Με σύγχρονους όρους, η Ήβη είναι ένα είδος κλώνου της Ήρας, με την έννοια ότι για τη γέννηση της Ήβης δεν παρενέβη άνδρας.
Ο μύθος λέει ότι η Ήβη εκδιώχθηκε από τον Δία από τη θέση του οινοχόου γιατί, κατά τη διάρκεια μιας περιόδου απουσίας του Δία, σε κάποια αδέξια κίνησή της, απεκάλυψε τα σεξουαλικά της όργανα, κάτι το οποίο θεωρήθηκε από τους θεούς του Ολύμπου ως ιδιαιτέρως σκανδαλιστικό.
Μπορούμε να πούμε ότι η εν λόγω μυθική πλοκή αποτυπώνει, με διάφορες συμβολικές μεταθέσεις, όλα τα στοιχεία τα οποία συνθέτουν την προβληματική φύλου-σεξουαλικής ταυτότητας της εφηβείας.
Ένα βασικό ερωτηματικό αφορά την αντικατάσταση, στον Όλυμπο, της εφήβου Ήβης από τον έφηβο Γανυμήδη, ο οποίος μάλιστα φθάνει να έχει ερωτικές σχέσεις με τον Δία. Με απλά λόγια, γιατί ένα, όπως περιγράφεται, πανέμορφο κορίτσι δεν γίνεται δεκτό όσον αφορά τη γυναικεία σεξουαλικότητά του και αντικαθίσταται από έναν έφηβο με αμφισεξουαλικά χαρακτηριστικά;
Πριν να οδηγηθούμε σε κάποιες θεωρητικές υποθέσεις, θα μπορούσα να παρουσιάσω κάποια στοιχεία ενός κλινικού περιστατικού εφήβου, το οποίο θα μπορούσε να μας βοηθήσει. Να μας βοηθήσει να αποκωδικοποιήσουμε τον μύθο; Ή η δομή του μύθου, η οποία εξ ορισμού μεταφέρει δομικές αλήθειες, συχνά μεταμφιεσμένες, για τον ψυχισμό του ανθρώπου, θα μπορούσε να μας βοηθήσει να καταλάβουμε το κλινικό περιστατικό; Προφανώς και τα δύο.
Η Δήμητρα είναι ένα κορίτσι 15 ετών όταν, ωθούμενη από τη μητέρα της, απευθύνεται στο Τμήμα Ψυχιατρικής Εφήβων του Γ.Ν.Α. Γ. Γεννηματάς, ζητώντας ψυχολογική βοήθεια.
Η μητέρα της είναι ανώτερος κρατικός λειτουργός, ο πατέρας έχει πεθάνει από καρκίνο όταν η Δήμητρα ήταν 9 ετών. Αυτός ο πατέρας φαίνεται ότι υπέφερε επίσης από σοβαρές ψυχολογικές δυσκολίες του τύπου της κατάθλιψης ή και της ψύχωσης. Η κάποια ασάφεια γύρω από αυτό το θέμα σχετίζεται και με το γεγονός ότι αυτός ο πατέρας είναι αρκετά απών στο λόγο της Δήμητρας. Στο λόγο της μητέρας της, ο πατέρας της Δήμητρας είναι επίσης πολύ συχνά απών και κάποιες σπάνιες φορές παρών, όμως παρών με πολύ αρνητικό τρόπο ή με βαθιά ενοχοποιητικό για τη Δήμητρα τρόπο. Έτσι, η μητέρα της Δήμητρας αναφέρεται στον αποθανόντα σύζυγό της για να τον υποτιμήσει και να τον οικτίρει για τον τρόπο που πέρασε τη ζωή του, αλλά και για τις αρρώστιές του, κάποιες φορές δε, όταν είναι σε σύγκρουση με τη Δήμητρα, για να αποδώσει τον χαρακτήρα της Δήμητρας σε μια ενδεχόμενη κληρονομικότητα από την πλευρά του πατέρα της.
Η Δήμητρα, εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο είναι αποσυρμένη στο σπίτι, ασχολούμενη με τα "ζωάκια" της, όπως λέει, δηλαδή τρεις γάτες και ένα σκύλο, όλα θηλυκού γένους.
Έχει σταματήσει να πηγαίνει στο σχολείο έπειτα από μια προοδευτική αύξηση των απουσιών της, κάτι το οποίο συνδεόταν με τη δυσκολία της να συγκεντρωθεί στα μαθήματα και, κυρίως, με την προοδευτική επιδείνωση των σχέσεών της με τους συμμαθητές της και τους καθηγητές της, κάτι που οδήγησε στην απομόνωσή της. Επάνω σε αυτό το σημείο, θεωρεί ότι οι πρώην φίλοι της και, κυρίως, οι πρώην φίλες της τής φέρονταν επιθετικά και την απέκλεισαν από σχέσεις που ανέπτυξαν μεταξύ τους και χωρίς αυτήν.
Αποφασίζεται να αρχίσει μαζί μου ψυχαναλυτική θεραπεία, συχνότητας μιας φοράς την εβδομάδα.
Η μητέρα της, αρκετά αμφιθυμική απέναντι στη βοήθειά μας, απαιτούσε παρ’όλα αυτά, περιοδικά, επιτακτικά αυτή τη βοήθεια, ζητώντας συναντήσεις, σε φάσεις κρίσης με την κόρη της, ενώ κρατούσε μια μάλλον περιφρονητική απόσταση απέναντί μας, σε πιο ήσυχες περιόδους.
Πρόκειται για μια αρκετά αυταρχική γυναίκα που δείχνει πολύ λίγα συναισθήματα, φαίνεται να κρατά μια συναισθηματική απόσταση απέναντι στην κόρη της, θεωρώντας, όπως ήδη είπα, ότι μοιάζει στον αποθανόντα σύζυγό της και ιδιαιτέρως στη μητέρα του. Η εμφάνισή της και η συμπεριφορά της χωρίς να στερούνται γυναικείων χαρακτηριστικών περιλαμβάνουν και ανδροπρεπή χαρακτηριστικά, σε μια ιδιόμορφη μίξη. Η επαφή μαζί της, που μας την επιβάλλει περιοδικά, ζητώντας έκτακτες συναντήσεις για να καταγγείλει τη συμπεριφορά της κόρης της, μου δίνει την αίσθηση ανταγωνισμού και επιθυμίας ελέγχου εκ μέρους της, στην αρχή της θεραπείας της κόρης της, και με παραπέμπει φαντασιακά, όσον αφορά αυτή τη μητέρα, σε μια ανδρογυνική μορφή, η οποία, μέχρι τότε, έχει αρνηθεί την ανάγκη ανδρός και η οποία έχει αναπτύξει ανδροπρεπή χαρακτηριστικά για να καλύψει το κενό, χωρίς όμως αυτά τα χαρακτηριστικά να παραπέμπουν στο μυαλό της σε κάποιες συγκεκριμένες εγγραφές ανδρικών προτύπων, τα οποία, προφανώς, έτεινε να διαγράψει.
Πιστεύει ότι η κόρη της είναι θρασύς και χειριστική και αντιμετωπίζει τις απαιτήσεις και τα παράπονα της Δήμητρας με παροχές χρηματικού τύπου, σχήμα συνδιαλλαγής που έχει αποδεχθεί η Δήμητρα αν και προοδευτικά, στην ψυχοθεραπεία, θα αναγνωρίσει ότι χρειάζεται όχι μόνο ακριβά ψώνια αλλά και συναισθήματα..
Είναι μόνο πολύ προοδευτικά που αισθάνομαι ότι η μητέρα της Δήμητρας μου αναγνωρίζει κάποιο χώρο στη ζωή και τη σκέψη της κόρης της. Ταυτοχρόνως, θα επιχειρήσει να την πλησιάσει συναισθηματικά αναγνωρίζοντας ότι είναι φυσικό να υπάρχει συναισθηματική σχέση ανάμεσα σε μια μητέρα και σε μια κόρη.
Η Δήμητρα έρχεται αρχικά στη θεραπεία με πολλή αμφιθυμία, χάνοντας πολλές συνεδρίες σε μια πρώτη περίοδο, όντας πολύ πιο τακτική στη συνέχεια.
Μιλά για άγχος αλλά και για ευχαρίστηση να είναι μόνη της με τα ζώα της. Αργότερα θα μιλήσει για μια δυσκολία της να τοποθετηθεί στον χώρο και το χρόνο, για μια αίσθηση αποπροσωποποίησης και αποξένωσης από αυτό που την περιβάλλει.
Αρχικά, δεν εξωτερικεύει προσδοκίες απέναντι στην ψυχοθεραπεία, δεν εκδηλώνει συναισθήματα απέναντι στον θεραπευτή. Μου μιλά με "τεχνικούς", περιγραφικούς όρους για τον εαυτό της και το βίωμά της, αισθάνομαι ότι θέλει να με κρατήσει μακριά της. Προοδευτικά μόνο θα δείξει ότι η ψυχοθεραπεία της έχει κάποιαν αξία για αυτήν και ότι εγώ, ως θεραπευτής μπορώ να κάνω κάτι για αυτήν.Σε αυτή τη φάση αισθάνομαι αντιμεταβιβαστικά ότι μου μιλά σαν να εκμυστηρεύεται σε μια φίλη της ορισμένα πιο προσωπικά θέματα, με άλλα λόγια, σαν να αναζητούσε ένα γυναικείο κομμάτι μέσα μου.
Παραλλήλως, στη ζωή της φαίνεται να ανοίγεται δειλά στον έξω κόσμο, σε κάποιες δραστηριότητες και κάποιες σχέσεις,.
Περίπου ένα χρόνο μετά την έναρξη της θεραπείας και ενώ δείχνει στενοχωρημένη, μου ομολογεί με δυσκολία ότι έχει ξεκινήσει να πειραματίζεται σε μια σχέση ομοφυλόφιλου τύπου, με μια κοπέλα που γνώρισε μέσω Internet. Δηλώνει ότι μόνο μια κοπέλα μπορεί να την καταλάβει γιατί μπορεί να νοιώσει όπως αυτή. Όταν της ερμηνεύω ότι ίσως θέλει να μου πει ότι δεν έχουμε κοινά σημεία για να την καταλάβω μένει σιωπηλή. Στην επόμενη όμως συνεδρία μου διηγείται ότι είδε ένα όνειρο όπου συναντούσε τον πατέρα της αλλά δεν μπορούσε να διακρίνει τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Συσχετίζω την εικόνα με το άγνωστο που αντιπροσωπεύω εγώ για αυτήν όπως και ο άνδρας γενικότερα, αν και αυτός ο άνδρας είναι κοντινός της, από συγγένεια ή σχέση, ένας "πατέρας" στο όνειρο, κάτι που φαίνεται να την οδηγεί σε σκέψεις.
Στη συνέχεια, θα αρχίσει να συχνάζει αγόρια και θα συνάψει μια πρώτη και στη συνέχεια μια δεύτερη ερωτική σχέση. Στην εμφάνισή της θα τονίσει τη θηλυκότητά της όλο και περισσότερο.
Πρόκειται, αναγκαστικά, για λίγα, αποσπασματικά και εστιασμένα στοιχεία επάνω στην εν λόγω θεραπεία. Μπορούν όμως να μας επιτρέψουν κάποιες σκέψεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η μεταβιβαστική-αντιμεταβιβαστική σχέση, στο πλαίσιο της θεραπείας της εφήβου, παρέχει την ευκαιρία αναβίωσης της αμφισεξουαλικής διάστασης της εφήβου και των αμυνών που αναπτύσσονται γύρω από αυτήν, και οι οποίες σχετίζονται με τραυματικά συμβάντα που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της ζωής της. Τα τελευταία νομίζω ότι αφορούν την παθολογία του πατέρα της και την απώλειά του όπως, όμως, και την αδυναμία της μητέρας της να σταθεί μητρικά απέναντί της.
Στο πλαίσιο της μεταβίβασης, όπως ίσως έχει ήδη φανεί από τα στοιχεία που έδωσα, στην αρχή προσπάθησε να μείνει αμυντικά σε απόσταση απέναντί μου, παρότι ένα κομμάτι του εαυτού της αναζητούσε απεγνωσμένα συναισθηματική επαφή. Στη συνέχεια ενεργοποιήθηκε η αμφισεξουαλικότητα τόσο σε ματαβιβαστικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο σχέσεων. Στο πλαίσιο της μεταβίβασης, αναζήτησε αρχικά ένα γυναικείο κομμάτι , σε αντιστοιχία με γυναικεία μορφοείδωλα που διέθετε σε κάποιο βαθμό μέσα της. Τέλος, αναζήτησε ένα ανδρικό-πατρικό κομμάτι σε μένα, σε αντιστοιχία με σχετικά ακατασκεύαστα ή αρνημένα ανδρικά μορφοείδωλα. Η τελευταία διεργασία νομίζω ότι ήταν η πιο δύσκολη γιατί, επαναλαμβάνω, τα ανδρικά μορφοείδωλα μέσα της ή ήταν ελλιπή ή ήταν απαγορευμένα. Πιστεύω ότι η ανακατασκευή ή η ενεργοποίηση τέτοιου είδους ανδρικών μορφοειδώλων της επέτρεψε την πρόσβαση στην ετερόφυλη σεξουαλικότητα. Εδώ το φύλο του ψυχαναλυτή φαίνεται να παίζει και κάποιο ρόλο, όπως υποδεικνύουν και κάποιες εργασίες που υπάρχουν επάνω σε αυτό το θέμα (Molfino, 1993).
Επανέρχομαι στη μυθολογία για να επιχειρήσω και την καλύτερη κατανόηση της κλινικής περίπτωσης της Δήμητρας.
Η Ήβη φαίνεται να αντιπροσωπεύει ένα εφηβικό γυναικείο πρότυπο το οποίο έχει μόνο ιδιόμορφες γυναικείες αναφορές, αυτές της Ήρας, ιδιόμορφες με την έννοια της άρνησης της ανδρικής συμβολής και της ανάγκης αυτής της συμβολής. Είναι, πιο απλά, σαν η Ήρα να ήθελε να αποδείξει ότι δεν χρειάζεται τον άνδρα Δία και ότι μπορεί να αντικαταστήσει τη συμβολή του με μια πλευρά του εαυτού της. Αποτέλεσμα αυτού όμως είναι ότι στις ταυτίσεις της Ήβης απουσιάζει το διαφοροποιημένο ανδρικό μορφοείδωλο, έχοντας μέσα της ένα μικτό μορφοείδωλο ανδρογύνου.
Η απουσία όμως του άνδρα Δία στη γέννησή της όπως και στην εκδήλωση των γυναικείων σωματικών χαρακτηριστικών της (ο Δίας έλειπε όταν η Ήβη αδέξια απεκάλυψε τα κρυφά μέρη του σώματός της) εξόργισε τον άνδρα Δία ο οποίος την απέκλεισε, αφού αισθάνθηκε ότι τον είχε αποκλείσει μέσα της. Είναι σαν η απουσία, στην έφηβο, μορφοειδώλων με ανδρικά χαρακτηριστικά, με άλλα λόγια αμφισεξουαλικότητας, να εμποδίζει την πρόσβαση στην ερωτική σχέση με το άλλο φύλο, αφού καθιστά την έφηβο απλά σκανδαλιστική για το άλλο φύλο, χωρίς γέφυρα επικοινωνίας με αυτό το άλλο φύλο. Επάνω σε αυτό το σημείο μπορεί να προστεθεί ότι για τη συμβολική δομή του μύθου αλλά και για τη συμβολική δομή της δυτικής σκέψης, στο παιδί που γίνεται έφηβος, η απότομη ενεργοποίηση της σεξουαλικής ταυτότητας μπορεί να κινητοποιήσει την απώθηση και να καταστήσει αυτή τη σεξουαλική ταυτότητα του εφήβου "σκανδαλιστική".Με αυτήν την έννοια, η αμφισεξουαλικότητα έχει και την αξία ενός καλύμματος, το οποίο επιτρέπει στη σεξουαλικότητα που αντιστοιχεί στο φύλο να υπάρξει, ενώ την κρύβει ταυτόχρονα και ενώ επιτρέπει την ύπαρξη μιας γέφυρας, κοινών σημείων ταυτότητας με το άλλο φύλο.
Έτσι, στο πλαίσιο αυτής της λογικής, η αμφισεξουαλικότητα του Γανυμήδη φαίνεται ότι προσέφερε το πλεονέκτημα ενός, μη σκανδαλιστικό, εφηβικού ανδρικού σώματος για ένα ανδρικό βλέμμα, ενώ, ταυτοχρόνως, παρείχε και ένα γυναικείο στοιχείο που επιτρέπει σε αυτό το ανδρικό βλέμμα να αναζητήσει σε αυτόν την ικανοποίηση της επιθυμίας.
Ολοκληρώνοντας, μπορώ να συνοψίσω λέγοντας ότι η εκδήλωση, σε κάποιο λιγότερο ή περισσότερο λανθάνοντα βαθμό της αμφισεξουαλικότητας στην αρχή της εφηβείας δεν είναι μια ανεπιθύμητη παρέκκλιση αλλά μια αναγκαία διάσταση για να διευκολυνθεί η επαφή με το άλλο φύλο και να εξελιχθεί η ετερόφυλη σεξουαλικότητα.
Στο πλαίσιο αυτής της προοπτικής, και με βάση την ψυχαναλυτική κλινική, το τέλος της θεραπείας μπορεί να συμπέσει με την εκδήλωση της αμφισεξουαλικότητας και, στη συνέχεια, με τη "λύση" της, μέσα από την απώθηση ή το διχασμό ενός εκ των πόλων της.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bergeret, J. (2002). Homosexuality or homoeroticism? ‘Narcissistic eroticism’. Int. J. Psychoanal., 83 (pt26), 351-62
Ferraro, F. (2001). Vicissitudes of bisexuality. Crucial points and clinical implications. Int. J. Psychoanal., 82 (p t3), 485-99.
Ferraro, F. (2003). Psychic bisexuality and creativity. Int. J. Psychoanal., 84 (pt 6), 1451-67.
Freud, S. (1887-1902). La naissance de la psychanalyse. Paris : P.U.F., 1979.
Freud, S. (1905). Trois essais sur la théorie de la sexualité. Paris : Gallimard, 1991.
Freud, S. (1930). Malaise dans la civilisation. Paris : P.U.F., 1986.
Molfino, F. (1993). Neutrality, bisexuality and androgyny. Psyche(Stuttg), 47(6), 560-73.
Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "Ηλίου". Αθήνα : Έκδοσις της Εγκυκλοπαιδικής Επιθεωρήσεως "Ήλιος".
Όμηρος. Ιλιάς. Αθήνα: Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος και Loeb.
Παυσανίας. Ελλάδος Περιήγησις, Αθήνα: Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος και Εκδοτική Αθηνών.
Stoller, R.J. (1973). Faits et hypothèses: un examen du concept freudien de bisexualité. Nouvelle Revue de psychanalyse, 4, 135-155.
Phillips, S.H. (2003). Homosexuality: coming out of the confusion. Int. J. Psychoanal., 84 (pt 6), 1431-50.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου